Κακεντρεχής: κακόβουλος, μοχθηρός, κακός (ουσ.κακεντρέχεια)
Κατατρύχω: βασανίζω, ταλανίζω
Κατάφωρος: ολοφάνερα έκνομη και καταδικαστέα ενέργεια (από την αρχαία ελληνική λέξη φώρ:κλέφτης). Επίσης: πασιφανής, ολοφάνερος, πρόδηλος
Κίβδηλος: επίπλαστος, πλαστός, ψεύτικος
Κλυδωνίζομαι: περνάω μια περίοδο αναταραχής, αποσταθεροποίησης, κλονίζομαι, παραπαίω
(από την αρχαία ελληνική λέξη κλύδων: κύμα, θαλασσοταραχή)
Κυνικός: που εκφράζεται (δυσάρεστα) και με απόλυτη ευθύτητα και ειλικρίνεια, χωρίς ευγένεια ή ευπρέπεια, ωμός
Κωλυσιεργώ: καθυστερώ, αργοπορώ, παρεμποδίζω (από τις λέξεις κωλύω + έργο)
Κατατρύχω: βασανίζω, ταλανίζω
Κατάφωρος: ολοφάνερα έκνομη και καταδικαστέα ενέργεια (από την αρχαία ελληνική λέξη φώρ:κλέφτης). Επίσης: πασιφανής, ολοφάνερος, πρόδηλος
Κίβδηλος: επίπλαστος, πλαστός, ψεύτικος
Κλυδωνίζομαι: περνάω μια περίοδο αναταραχής, αποσταθεροποίησης, κλονίζομαι, παραπαίω
(από την αρχαία ελληνική λέξη κλύδων: κύμα, θαλασσοταραχή)
Κυνικός: που εκφράζεται (δυσάρεστα) και με απόλυτη ευθύτητα και ειλικρίνεια, χωρίς ευγένεια ή ευπρέπεια, ωμός
Κωλυσιεργώ: καθυστερώ, αργοπορώ, παρεμποδίζω (από τις λέξεις κωλύω + έργο)